ἐπιπλέκεται

ἐπιπλέκεται
ἐπιπλέκω
wreathe
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • οστεοαρθροπάθεια — η ιατρ. εκφυλιστική πάθηση τών αρθρώσεων η οποία επιπλέκεται από παραμορφώσεις τών οστών. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. osteoarthropathy < ὀστέον / ὀστοῦν + ἀρθροπάθεια] …   Dictionary of Greek

  • μηνιγγίτιδες — Νόσοι που οφείλονται σε φλεγμονή των μηνίγγων, κυρίως των λεπτών. Τα αίτια που τις προκαλούν είναι διάφορα μικρόβια, όπως ο μηνιγγιτιδόκοκκος, ο πνευμονιόκοκκος, ο αιμόφιλος (πυώδεις μ.), το μικρόβιο της φυματίωσης (φυματιώδης μ.), διάφοροι ιοί… …   Dictionary of Greek

  • παραγρίπη — (Ιατρ.). Οξεία νόσος από ιό, η οποία προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα. Μεταδίδεται από μολυσμένο άτομο με τα σταγονίδια που μεταφέρονται με τον αέρα, όταν αυτό βήχει, φταρνίζεται ή μιλάει. Ανάμεσα σε όλες τις λοιμώξεις από ιό του αναπνευστικού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”